Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

[62] Γιώργος Χρονάς: Τα μαύρα τακούνια (Εγνατία, 1979)


www.facebook.com
[από την ενότητα «ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΤΑΚΟΥΝΙΑ»]


Τώρα πέθανα πια. Ησυχάστε.
Το σώμα μου λιώνει πολύ πιο κάτω
από υπόγεια σινεμά και ταβέρνες.
Μόνο να, ο υπόγειος σιδηρόδρομος
      χείμαρρος
τον ύπνο μου ταράζει.


*


Κάνε γρήγορα ξένε· μην αργείς. Βιάσου
Μήτε το σώμα σου να περάσει στον καθρέφτη
Μήτε μέσα στα μάτια μου το σχήμα σου να αποτυπωθεί
Ώστε όταν θάχεις φύγει πια μακριά, κλείνοντας πίσω σου την
      πόρτα
Τίποτα και κανένας να μη με δείχνει
πως και συ πέρασες από δω κι έπειτα χάθηκες
Πέθανες.


* * *


[από την ενότητα «ΤΟ ΜΠΑΡ J.S. BACH»]


Αργά το Σάββατο παρατηρώ το θάνατο
όπως αποτυπώνεται στα παλιά πράγματα, στα ξύλινα
ταβάνια, στα πρόστυχα κρεββάτια, στα βαμμένα με κίτρινη
ώχρα ξύλινα πατώματα. Η σκιά του πόλεις στο Μεξικό, στη
Χαιρώνεια, στο Μπάγκλα Ντες· στα σοκάκια τους πουλάνε
ζεστή λάσπη και φωτογραφίες από την στέψη του αυτοκρά-
      τορα.


*


ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΨΑΡΙ


Εδώ θα μείνω, είπε το μικρό ψάρι
Με τόνα μάτι μου να χαϊδεύει τις καρίνες των πλοίων
       και τ’ άλλο να μετράει την απόσταση
Το βυθό.
Το στόμα μου θ’ ανοιγοκλείνω όπως πίσω από τις γυάλες
      τα κεντρικά ζαχαροπλαστεία
Άναρθρες κραυγές δε θα βάλω
Θα κοιμηθώ για πάντα το ρεύμα να με πάρει
για να ξυπνήσω κάποτε
Πυράγχη
σ’ ένα μαύρο στερεό υγρό κατράμι ή λάδι
Επαρχιακό λιμάνι.
Το σώμα μου μπλε ναυτικοί
Μπρούτζινοι καπετάνιοι
Μαύρα κουζίνας σκεύη θα κηδέψουν
Γκαρσόνια την ύπαρξή μου θ’ αναφέρουν
Παιδιά θα παίζουν κάτω από τραπέζια, πάνω σε επιφάνειες
      κοντραπλακέ
Ανίδεοι θα ρίχνουνε νομίσματα στα τζουκ-μποξ
      στους τηλεφωνικούς θαλάμους ώρες
Οι σύζυγοι θ’ αγαπούν τη γαλήνη
Πληρώνοντας το τοπίο με σαλάτες και τυρί
      θ’ αγαπούν τις γυναίκες

Τα τύμπανα που ταιριάζουν στην ταφή μου δε θ’ ακούσω.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου